Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpomicióne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [pomiˈʧone] 1 που αγαπά τα χάδια 2 συνηθισμένος στα χάδια 3 χαδιάρης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |