ItalianoGreco


irritatìvo  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [irritaˈtivo]

1 ενοχλητικός
2 παροξυντικός
3 ερεθιστικός
4 σπαστικός
5 εξοργιστικός
6 οχληρός
7 εκνευριστικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---