Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόirrompènte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [irromˈpɛnte] 1 ραγδαίος 2 σφοδρός 3 δριμύς 4 λάβρος 5 ορμητικός 6 βίαιος 7 επιθετικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |