Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόirritabilità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [irritabiliˈta] 1 ακραχολία 2 οξυθυμία 3 αψάδα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |