Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόintrallazzatóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [intrallattsaˈtore] 1 μαυραγορίτης 2 σκευωρός 3 δολοπλόκος 4 χαλκευτής 5 μηχανορράφος 6 ραδιούργος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |