Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimbiaccàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [imbjakˈkare] 1 ψιμυθιώ 2 μακιγιάρω 3 βάφω με στουπέτσι imbiaccarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [imbjakˈkarsi] 1 φτιασιδώνομαι 2 ψιμυθιώνομαι 3 μακιγιάρομαι με άσπρη μπογιά 4 μακιγιάρομαι υπερβολικά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |