Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimbevùto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [imbeˈvuto] 1 μουσκεμένος 2 διάβροχος 3 καταμουσκεμένος 4 διαποτισμένος 5 εμποτισμένος 6 περιχυτός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |