Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

διατηρητικός [επίθ.] διατρήτρια {διατρητρι...
διατηρούμαι [ρ. παθ.] διατριβή [θηλ.ουσ]
διατηρώ {διατηρείς... διατρίβω {διέτριψα}...
διατηρών [επίθ.] διατροφή {χωρ. πληθ...
διατίθεμαι αόρ. διέθε... διατροφικός [επίθ.]
διατιμημένος [επίθ.] διατρυπημένος [επίθ.]
διατίμηση {-ης κ. -ή... διατρύπηση [θηλ.ουσ]
διατιμώ {διατιμάς.... διατρυπώ {διατρυπάς...
διατομή [θηλ.ουσ] διάττοντας [ουσ αρσ ]
διατομικός [επίθ.] διάττων {διάττ-οντ...
διάτομο [ουσ ουδ.] διατυμπανίζω {διατυμπάν...
διατονία [θηλ.ουσ] διατυμπάνιση [θηλ.ουσ]
διατονικός [επίθ.] διατυμπανισμένος [επίθ.]
διατονικότητα [θηλ.ουσ] διατυπωμένος [επίθ.]
διάτορος [επίθ.] διατυπώνω {διατύπω-σ...
διατρανωμένος [επίθ.] διατυπώσεις {-ης κ. -ώ...
διατρανώνω {διατράνω-... διατύπωση {-ης κ. -ώ...
διατράνωση [θηλ.ουσ] διαύγεια {χωρ. πληθ...
διατρέφομαι Ρ αόρ. διέ... διαυγέστατος [επίθ.]
διατρέφω {διέθρεψα ... διαυγέστερος [επίθ.]
διατρέχω {διέτρεξα}... διαυγής {διαυγ-ούς...
διάτρηση {-ης κ. -ή... δίαυλος {διαύλ-ου ...
διάτρησις [θηλ.ουσ] διαφαίνομαι (διαφάνηκα...
διατρητικός [επίθ.] διαφάνεια {διαφανειώ...
διάτρητος [επίθ.] διαφανής {διαφαν-ού...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: