Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιατριβή
ουσιαστικό θηλυκό 1 l'occupa`rsi di qualco`sa 2 dissertazio`ne ~f~ 3 tesi ~f~ διδακτορική διατριβή==tesi di dottorato di ricerca permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |