Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιάτρητος
επίθετο 1 perfora`to; fora`to διάτρητο δελτίο μηχανογράφησης==modulo meccanografico perforato 2 crivella`to το πτώμα βρέθηκε διάτρητο από σφαίρες==trovarono il corpo crivellato di pallottole permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |