Ιταλικό Λεξικό
Ιταλικό Λεξικό
Italiano
Menu
Italiano
Αρχική λεξικό
  • Ελληνο-ιταλικό λεξικό
  • Ιταλο-ελληνικό λεξικό
  • Οδηγίες
  • Συντομογραφίες
  • Βιβλιογραφικές σημειώσεις
  • Πίνακα μετατροπής ελληνικών χαρακτήρων
Ιταλική γλώσσα και γραμματική
  • Ιταλοί ποιητές και συγγραφείς
Χρησιμότητα
  • Χάρτης Ιστότοπου
Χρήση
  • Ποιοι είμαστε
  • Πoλιτική απορρήτου
  • Όροι και προϋποθέσεις χρήσης
  • Φόρμα επικοινωνίας
Αρχική›Ελληνοιταλικό›διάτορος

GrecoItaliano

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό

διάτορος  
επίθετο

1 acu`to
2 penetra`nte
3 squilla`nte
4 stride`nte
5 stri`dulo

permalink
‹ διατονικότητα
διατρανωμένος ›



Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

διατομικός [επίθ.]
διάτομο [ουσ ουδ.]
διατονία [θηλ.ουσ]
διατονικός [επίθ.]
διατονικότητα [θηλ.ουσ]
διάτορος [επίθ.]
διατρανωμένος [επίθ.]
διατρανώνω {διατράνω-...
διατράνωση [θηλ.ουσ]
διατρέφομαι Ρ αόρ. διέ...
διατρέφω {διέθρεψα ...
διατρέχω {διέτρεξα}...
διάτρηση {-ης κ. -ή...
διάτρησις [θηλ.ουσ]
διατρητικός [επίθ.]
διάτρητος [επίθ.]
διατρήτρια {διατρητρι...
διατριβή [θηλ.ουσ]
διατρίβω {διέτριψα}...
διατροφή {χωρ. πληθ...


{{ID:DIATOROS100}}
---CACHE---

Olivetti Media Communication
Οι Ιστοτοποι Μασ
  • Dizionario italiano
  • Grammatica italiana
  • Verbi Italiani
  • Dizionario latino
  • Dizionario greco antico
  • Dizionario francese
  • Dizionario inglese
  • Dizionario tedesco
  • Dizionario spagnolo
  • Dizionario greco moderno
  • Dizionario piemontese
En français
  • Dictionnaire Latin
  • Verbes italiens
In english
  • Latin Dictionary
  • Italian Verbs
In Deutsch
  • Italienische Verben
En español
  • Los verbos italianos
Em portugues
  • Os verbos italianos
По русски
  • Итальянские глаголы
Στα ελληνικά
  • Ιταλικό Λεξικό
Ën piemontèis
  • Dissionari piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android
  • Dizionario italiano
© 2013-2028 - Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος - Olivetti Media Communication
ΛΕΞΙΚΟ ΙΤΑΛΙΚΩΝ του κ. Enrico Olivetti