Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

coibènza (θηλ.ουσ) colatìccio (αρσ. επίθ και ουσ)
coiffeur (ουσ αρσ ) colàto (επίθ.)
coimputàto (αρσ. επίθ και ουσ) colatóio (ουσ αρσ )
coincidènte (επίθ.) colatóre (ουσ αρσ )
coincidènza (θηλ.ουσ) colatùra (θηλ.ουσ)
coincìdere (ρ.αμτβ.) colazióne (θηλ.ουσ)
coinquilìno (ουσ αρσ ) colbàcco (ουσ αρσ )
cointeressàre (ρ. μτβ.) colchicìna (θηλ.ουσ)
cointeressàto (ουσ αρσ ) còlchico (ουσ αρσ )
cointeressàto (επίθ.) còlcos (ουσ αρσ )
cointeressènza (θηλ.ουσ) colcosiàno (αρσ. επίθ και ουσ)
coinvòlgere (ρ. μτβ.) colecistectomìa (θηλ.ουσ)
coitàle (επίθ.) colecìsti (θηλ.ουσ)
còito (ουσ αρσ ) colecistìte (θηλ.ουσ)
còke (ουσ αρσ ) colecistografìa (θηλ.ουσ)
còla (θηλ.ουσ) colecistostomìa (θηλ.ουσ)
colà (επίρ.) colèdoco (ουσ αρσ )
colabròdo (ουσ αρσ ) colèi (δεικτ. αντων.)
colàggio (ουσ αρσ ) colelitìasi (θηλ.ουσ)
colangiografìa (θηλ.ουσ) colemìa (θηλ.ουσ)
colangìte (θηλ.ουσ) coleòtteri (ουσ αρσ πληθ.)
colapàsta (ουσ αρσ ) coleòttero (ουσ αρσ )
colàre (ρ.αμτβ.) colèra (ουσ αρσ )
colàre (ρ. μτβ.) còlera (θηλ.ουσ)
colàta (θηλ.ουσ) colèrico (αρσ. επίθ και ουσ)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: