Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcolabròdo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,kolaˈbrɔdo] 1 τρυπητό 2 ηθμός 3 φίλτρο 4 στραγγιστήρι 5 σουρωτήρι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z |
Ën piemontèis |