Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

antepórre (ρ. μτβ.) antibalìstico (ουσ αρσ πληθ.)
anteprìma (θηλ.ουσ) antibattèrico (επίθ.)
antèra (θηλ.ουσ) antibiòtico (ουσ αρσ )
anterìdio (ουσ αρσ ) antibiòtico (επίθ.)
anterióre (επίθ.) anticàglia (θηλ.ουσ)
anteriorità (θηλ.ουσ) anticaménte (επίρ.)
anteriorménte (επίρ.) anticàmera (θηλ.ουσ)
anterozòo (ουσ αρσ ) anticanceróso (επίθ.)
antesignàno (ουσ αρσ ) anticàrro (επίθ.)
antiabbagliànte (ουσ αρσ ) anticàtodo (ουσ αρσ )
antiabbagliànte (επίθ.) anticattòlico (αρσ. επίθ και ουσ)
antiabortìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) antichità (θηλ.ουσ)
antiàcido (επίθ.) anticìclico (επίθ.)
antiaèreo (αρσ. επίθ και ουσ) anticiclóne (ουσ αρσ )
antialcòlico (επίθ.) anticiclònico (επίθ.)
antialcolìsmo (ουσ αρσ ) anticipàre (ρ. μτβ.)
antialcolìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) anticipataménte (επίρ.)
antialisèo (ουσ αρσ ) anticipàto (αρσ. επίθ και ουσ)
antiallèrgico (ουσ αρσ ) anticipazióne (θηλ.ουσ)
antiallèrgico (επίθ.) antìcipo (ουσ αρσ )
antiappannànte (επίθ.) anticlericàle (ουσ αρσ και θηλ.)
antiatòmico (επίθ.) anticlericàle (επίθ.)
antiàtomo (ουσ αρσ ) anticlericalìsmo (ουσ αρσ )
antiautoritàrio (επίθ.) antìco (ουσ αρσ )
antiautoritarismo (ουσ αρσ ) antìco (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: