Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

zecchìno (ουσ αρσ ) zéppo (επίθ.)
zéccola (θηλ.ουσ) zerbìno (ουσ αρσ )
zéccolo (ουσ αρσ ) zerbinòtto (ουσ αρσ )
zèffiro (ουσ αρσ ) zerìba (θηλ.ουσ)
zefìr (ουσ αρσ ) zèro (ουσ αρσ )
zèfiro (ουσ αρσ ) zèro (επίθ.)
Zelànda (κύρ.όν. θηλ.) zèta (ουσ αρσ και θηλ.)
zelànte (ουσ αρσ και θηλ.) zèugma (ουσ αρσ )
zelànte (επίθ.) zeugmàtico (επίθ.)
zelanteménte (επίρ.) Zèus (ουσ αρσ )
zelanterìa (θηλ.ουσ) zeuzèra (θηλ.ουσ)
zelatóre (ουσ αρσ ) zìa (θηλ.ουσ)
zèlo (ουσ αρσ ) zibaldóne (ουσ αρσ )
zelòta (ουσ αρσ και θηλ.) zibellìno (ουσ αρσ )
zèn (αρσ. επίθ και ουσ) zibétto (ουσ αρσ )
zendàdo (ουσ αρσ ) zibìbbo (ουσ αρσ )
zènit (ουσ αρσ ) ziétta (θηλ.ουσ)
zenitàle (επίθ.) zìfio (ουσ αρσ )
zènzero (ουσ αρσ ) zigàno (ουσ αρσ )
zeolìte (θηλ.ουσ) zigàno (επίθ.)
zeolìtico (επίθ.) zigodàttilo (επίθ.)
zeolitizzazióne (θηλ.ουσ) zìgolo (ουσ αρσ )
zéppa (θηλ.ουσ) zigomàtico (επίθ.)
zèppelin (ουσ αρσ ) zìgomo (ουσ αρσ )
zéppo (ουσ αρσ ) zigomòrfo (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: