Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

malàrico (ουσ αρσ ) malcadùco (ουσ αρσ )
malàrico (επίθ.) malcapitàto (ουσ αρσ )
malariologìa (θηλ.ουσ) malcapitàto (επίθ.)
malariòlogo (ουσ αρσ ) malcàuto (επίθ.)
malasòrte (θηλ.ουσ) malcèrto (αρσ. επίθ και ουσ)
malassàre (ρ. μτβ.) malcóncio (επίθ.)
malassazióne (θηλ.ουσ) malconsigliàto (επίθ.)
malatìccio (επίθ.) malcontènto (ουσ αρσ )
malàto (ουσ αρσ ) malcontènto (επίθ.)
malàto (επίθ.) malcopèrto (επίθ.)
malattìa (θηλ.ουσ) malcorrispósto (επίθ.)
malaugurataménte (επίρ.) malcostumàto (αρσ. επίθ και ουσ)
malauguràto (επίθ.) malcostùme (ουσ αρσ )
malaugùrio (ουσ αρσ ) malcreàto (αρσ. επίθ και ουσ)
malauguróso (επίθ.) malcurànte (επίθ.)
malaventùra (θηλ.ουσ) malcuràto (επίθ.)
malavìta (θηλ.ουσ) maldèstro (επίθ.)
malavòglia (θηλ.ουσ) maldicènte (ουσ αρσ και θηλ.)
malavvedùto (επίθ.) maldicènte (επίθ.)
malavventuràto (επίθ.) maldicènza (θηλ.ουσ)
malavvézzo (επίθ.) maldispósto (επίθ.)
malavvisàto (επίθ.) male! (επιφ.)
Malaysia (θηλ.ουσ) màle (ουσ αρσ )
malaysiàno (ουσ αρσ ) màle (επίρ.)
malaysiàno (επίθ.) maleavviàto (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: