Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

iconografìa (θηλ.ουσ) ideàle (επίθ.)
iconogràfico (επίθ.) idealìsmo (ουσ αρσ )
iconògrafo (ουσ αρσ ) idealìsta (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
iconolàtra (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.) idealìstico (επίθ.)
iconolatrìa (θηλ.ουσ) idealità (θηλ.ουσ)
iconologìa (θηλ.ουσ) idealizzàre (ρ. μτβ.)
iconologìsta (ουσ αρσ και θηλ.) idealizzazióne (θηλ.ουσ)
iconometria (θηλ.ουσ) idealménte (επίρ.)
iconometrico (θηλ.ουσ) ideàre (ρ. μτβ.)
iconòmetro (ουσ αρσ ) ideatóre (αρσ. επίθ και ουσ)
iconoscòpio (ουσ αρσ ) ideazióne (θηλ.ουσ)
iconostàsi, iconòstasi (θηλ.ουσ) ideina (θηλ.ουσ)
icóre, ìcore (ουσ αρσ ) ìdem (αντων.)
icoróso (επίθ.) ìdem (επίρ.)
icosaèdrico (επίθ.) identicità (θηλ.ουσ)
icosaèdro (ουσ αρσ ) idèntico (επίθ.)
ics (ουσ αρσ και θηλ.) identificàbile (επίθ.)
ìctus (ουσ αρσ ) identificàre (ρ. μτβ.)
idàtide (θηλ.ουσ) identificarsi (ρ.μ. (αντων.))
idàtodo (ουσ αρσ ) identificàto (επίθ.)
iddìo (ουσ αρσ ) identificazióne (θηλ.ουσ)
idèa (θηλ.ουσ) identikit (ουσ αρσ )
ideàbile (επίθ.) identità (θηλ.ουσ)
ideaccia (θηλ.ουσ) ideografìa (θηλ.ουσ)
ideàle (ουσ αρσ ) ideogràfico (επίθ.)

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από: