Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόidentità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [identiˈta] η ταυτότητα, permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαcarta [θηλ.] d'identità = η ταυτότητα, το δελτίο ταυτότητας || documenti [αρσ. πλυθ.] di identità = τα πιστοποιητικά Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |