Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόideogràmma
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ideoˈgramma] 1 γράφημα που αναπαριστά σχηματικά ιδέα ή επινόηση ή σκέψη 2 ιδεόγραμμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |