ItalianoGreco


identificàto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [identifiˈkato]

1 ταυτόσημος
2 ταυτισμένος
3 αναγνωρισθείς (με στοιχεία ταυτότητας)
4 ταυτοσήμαντος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---