ItalianoGreco


iddìo  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [idˈdio]

Θεός


permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


come è vero Iddio! = όπως σε βλέπω και με βλέπεις!



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---