Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


trasognàto  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [trasoɲˈɲato]

1 αεροβάμων
2 ουρανοβάμων
3 αιθεροβάμων
4 ονειροπόλος
5 ονειροπαρμένος


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  trasmutazione traspadano  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

trasmodare (ρ.αμτβ.)
trasmodato (επίθ.)
trasmutabile (επίθ.)
trasmutabilità (θηλ.ουσ)
trasmutazione (θηλ.ουσ)
trasognato (επίθ.)
traspadano (αρσ. επίθ και ουσ)
trasparente (ουσ αρσ )
trasparente (επίθ.)
trasparenza (θηλ.ουσ)
trasparire (ρ.αμτβ.)
traspirare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
traspiratorio (επίθ.)
traspirazione (θηλ.ουσ)
trasporre (ρ. μτβ.)
trasportabile (επίθ.)
trasportare (ρ. μτβ.)
trasportatore (αρσ. επίθ και ουσ)
trasporto (ουσ αρσ )
traspositore (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---