Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtraspositóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [traspoziˈtore] 1 διασκευαστής 2 συνθέτης που μεταφέρει σε άλλη κλίμακα κομμάτι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |