Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόtrasposizióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [traspozitˈtsjone] 1 μεταφορά μέλους σε εξίσωση 2 μεταγραφή σε άλλη κλίμακα 3 μετατόπιση 4 αναγραμματισμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |