Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstridènte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [striˈdɛnte] 1 προκαλών σύγκρουση 2 παρουσιάζων διαφορά ή αντίθεση 3 συγκρουόμενος 4 αντιμαχόμενος 5 οξύς 6 διαπεραστικός 7 διάτορος 8 στριγκός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |