Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόstrigliàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [striʎˈʎata] 1 κατσάδα 2 μάλωμα 3 ξύστρισμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |