Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόspirituàle
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [spirituˈale] 1 εξομολογητής 2 πνευματικός (πατέρας) spirituàle επίθετο Προσφορά I.P.A.: [spirituˈale] πνευματικός (-ή, -ό) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |