ItalianoGreco


sostenìbile  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [sosteˈnibile]

1 υπερασπίσιμος
2 ικανός να κρατηθεί
3 ανεκτός
4 διατηρητέος
5 υποστηρίξιμος
6 που μπορεί να υποστηριχτεί
7 ικανός να διατηρηθεί
8 υποφερτός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---