sostenutézza
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [sostenuˈtettsa]
1 ψυχρότητα
2 ψυχρότητα και ακαταδεξία
3 μονοκόμματη συμπεριφορά
4 ακαταδεξία
5 επιφύλαξη
6 διστακτικότητα
7 επιφυλακτικότητα
8 εφεκτικότητα
9 επιφυλακτική στάση
ουσιαστικό θηλυκό
Προσφορά I.P.A.: [sostenuˈtettsa]
1 ψυχρότητα
2 ψυχρότητα και ακαταδεξία
3 μονοκόμματη συμπεριφορά
4 ακαταδεξία
5 επιφύλαξη
6 διστακτικότητα
7 επιφυλακτικότητα
8 εφεκτικότητα
9 επιφυλακτική στάση
permalink
sostenutezza (θηλ.ουσ)

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android