scostaménto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [skostaˈmento]
1 διάσταση
2 διαφορά από το μέσο όρο
3 σπρώξιμο μακριά
4 απόκλιση στατιστική
5 στατιστική απόκλιση
6 τετράγωνο τυπικής απόκλισης
7 μετακίνηση
8 μετατόπιση
9 μετάθεση
10 παραγκωνισμός
11 παραμέρισμα
12 διώξιμο
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [skostaˈmento]
1 διάσταση
2 διαφορά από το μέσο όρο
3 σπρώξιμο μακριά
4 απόκλιση στατιστική
5 στατιστική απόκλιση
6 τετράγωνο τυπικής απόκλισης
7 μετακίνηση
8 μετατόπιση
9 μετάθεση
10 παραγκωνισμός
11 παραμέρισμα
12 διώξιμο
permalink
scostamento (ουσ αρσ )

Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android