Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscostàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [skosˈtare] ξανοίγομαι (στη θάλασσα) scostàre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [skosˈtare] 1 σπρώχνω με τον αγκώνα 2 περιθωριοποιώ 3 υποσκελίζω 4 κρατώ κάποιον μακριά 5 αποφεύγω 6 παραγκωνίζω 7 παραμερίζω 8 απωθώ 9 παραμερίζω άλλον για προσωπική μου ανάδειξη 10 απωθώ με τους αγκώνες scostàrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [skosˈtarsi] 1 απαρνιέμαι 2 αποφεύγω 3 παραμερίζω 4 ξεστρατίζω 5 παραστρατώ 6 τραβιέμαι παράμερα 7 απομακρύνομαι 8 γυρίζω αλλού το πρόσωπο 9 αποστρέφω 10 απομακρύνομαι από τρόπο ζωής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |