Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόscorrètto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [skorˈrɛtto] 1 (non adatto) άπρεπος (-η, -ο) 2 (non corretto) λανθασμένος (-η, -ο) 3 (sleale) ανέντιμος (-η, -ο) permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |