ItalianoGreco


rivalutazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [rivalutatˈtsjone]

1 νέα αποτίμηση
2 νέα εκτίμηση
3 ανατίμηση αξίας νομίσματος
4 νέα αξιολόγηση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---