Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


rivangàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [rivanˈgare]

1 ενθυμίζω
2 θυμάμαι
3 θυμίζω
4 σκάβω ξανά
5 αποκαλύπτω
6 ψάχνω εξαντλητικά


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  rivalutazione rivedere  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

rivalersi (ρ. μ. αμτβ.)
rivalità (θηλ.ουσ)
rivalsa (θηλ.ουσ)
rivalutare (ρ. μτβ.)
rivalutazione (θηλ.ουσ)
rivangare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
rivedere (ρ. μτβ.)
rivedersi (ρ.μ. (αντων.))
rivedibile (επίθ.)
rivedibilità (θηλ.ουσ)
riveduta (θηλ.ουσ)
riveduto (επίθ.)
rivelabile (επίθ.)
rivelare (ρ. μτβ.)
rivelarsi (ρ.μ. (αντων.))
rivelatore (ουσ αρσ )
rivelatore (επίθ.)
rivelazione (θηλ.ουσ)
rivellino (ουσ αρσ )
rivendere (ρ. μτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---