ItalianoGreco


ripartizióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ripartitˈtsjone]

1 μοιρασιά
2 κατανομή
3 καταμερισμός
4 τομέας
5 μερίδιο
6 μοιράδι
7 διανομή
8 μερίδα
9 τμήμα
10 μοίρασμα
11 διαμερισμός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---