Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόripartiménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ripartiˈmento] 1 μερίδιο 2 καταμερισμός 3 τομέας 4 μοιρασιά 5 κατανομή 6 διανομή 7 μοίρασμα 8 τμήμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |