Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόripassàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [ripasˈsare] 1 καλώ κάποιον ξανά 2 περνώ ξανά από κάπου ripassàre ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [ripasˈsare] 1 ξαναρίχνω ματιά 2 μαλώνω 3 κοσκινίζω ξανά 4 ξαναδιαβάζω 5 ξαναπερνώ 6 επανεξετάζω 7 δίνω τελειωτικό φινίρισμα 8 κάνω ρετουσάρισμα 9 φιλτράρω ξανά 10 δέρνω 11 ξαναδίνω 12 επισκευάζω 13 διασχίζω ξανά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |