Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόripercórrere
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [riperˈkorrere] 1 φέρνω σε πέρας ξανά 2 διαβαίνω ξανά 3 διαπερνώ ξανά 4 διεξέρχομαι ξανά 5 διατρέχω ξανά 6 διαβάζω χωρίς διακοπή ξανά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |