Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ripètere  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [riˈpɛtere]

επαναλαβαίνω, ξαναλέγω

ripetersi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [riˈpɛtersi]

1 ξαναγίνομαι
2 επαναλαμβάνομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ripetente ripetibile  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


può ripetere? = μπορείτε να το ξαναπείτε;


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ripesare (ρ. μτβ.)
ripescare (ρ. μτβ.)
ripestare (ρ. μτβ.)
ripetente (ουσ αρσ και θηλ.)
ripetente (επίθ.)
ripetere (ρ. μτβ.)
ripetersi (ρ.μ. (αντων.))
ripetibile (επίθ.)
ripetibilità (θηλ.ουσ)
ripetitività (θηλ.ουσ)
ripetitivo (επίθ.)
ripetitore (ουσ αρσ )
ripetitore (επίθ.)
ripetitrice (θηλ.ουσ)
ripetizione (θηλ.ουσ)
ripetutamente (επίρ.)
ripetuto (επίθ.)
ripianamento (ουσ αρσ )
ripianare (ρ. μτβ.)
ripiano (ουσ αρσ )

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---