ItalianoGreco


riottóso  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [riotˈtoso], [riotˈtozo]

1 απειθάρχητος
2 φίλερις
3 καβγατζίδικος
4 δύστροπος
5 ατιθάσευτος
6 απείθαρχος
7 αδάμαστος
8 επαναστατικός
9 ανήμερος
10 μαχητικός
11 φιλόνικος
12 επίμαχος
13 φιλόδικος
14 εχθρικός
15 εριστικός
16 ανυπάκουος
17 ανυπότακτος
18 δυσάγωγος
19 αχαλίνωτος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---