Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


ricusàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [rikuˈzare]

1 απαρνούμαι
2 αντικρούω
3 αρνούμαι αποδοχή
4 δεν παραδέχομαι
5 αποποιούμαι
6 απορρίπτω
7 απαρνιέμαι
8 αρνούμαι
9 δεν αναγνωρίζω
10 διεκδικώ
11 κρατώ δικαίωμα αποδοχής-επιλογής


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ricusabile ricusazione  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

ricuperatore (ουσ αρσ )
ricupero (ουσ αρσ )
ricurvo (επίθ.)
ricusa (θηλ.ουσ)
ricusabile (επίθ.)
ricusare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
ricusazione (θηλ.ουσ)
ridacchiare (ρ.αμτβ.)
ridanciano (επίθ.)
ridare (ρ. μτβ.)
ridarella (θηλ.ουσ)
ridda (θηλ.ουσ)
ridente (επίθ.)
ridere (ρ. μτβ. και αμετβ.)
ridersi (ρ.μ. (αντων.))
riderello (επίθ.)
ridestare (ρ. μτβ.)
ridestarsi (ρ.μ. (αντων.))
ridettare (ρ. μτβ.)
ridevole (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---