Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


protrarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [proˈtrarsi]

1 διαιωνίζομαι
2 επεκτείνομαι
3 διαρκώ
4 εκτείνομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  protozoo protrarre  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

prototipo (ουσ αρσ )
protottero (ουσ αρσ )
protozoi (ουσ αρσ πληθ.)
protozoico (αρσ. επίθ και ουσ)
protozoo (ουσ αρσ )
protrarsi (ρ.μ. (αντων.))
protrarre (ρ. μτβ.)
protrattile (επίθ.)
protrazione (θηλ.ουσ)
protrombina (θηλ.ουσ)
protrudere (ρ. μτβ. και αμετβ.)
protrusione (θηλ.ουσ)
protuberante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
protuberanza (θηλ.ουσ)
protutore (ουσ αρσ )
prova (θηλ.ουσ)
provabile (επίθ.)
provare (ρ. μτβ.)
provarsi (ρ.μ. (αντων.))
provativo (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---