Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


mondàre  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [monˈdare]

1 καθαρίζω
2 λαγαρίζω
3 αποφλοιώνω
4 βοτανίζω
5 λιχνίζω
6 ξεφλουδίζω
7 ξεριζώνω ζιζάνια
8 ξεχορταριάζω
9 εξαγνίζω
10 αποκαθαίρω
11 εκκαθαρίζω

mondarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [monˈdarsi]

Εξαγνίζομαι


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  mondano mondariso  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

monda (θηλ.ουσ)
mondana (θηλ.ουσ)
mondanità (θηλ.ουσ)
mondano (ουσ αρσ )
mondano (επίθ.)
mondare (ρ. μτβ. και αμετβ.)
mondarsi (ρ.μ. (αντων.))
mondariso (ουσ αρσ και θηλ.)
mondatoio (ουσ αρσ )
mondatore (ουσ αρσ )
mondatrice (θηλ.ουσ)
mondatura (θηλ.ουσ)
mondezza (θηλ.ουσ)
mondezzaio (ουσ αρσ )
mondiale (ουσ αρσ )
mondiale (επίθ.)
mondiglia (θηλ.ουσ)
mondina (θηλ.ουσ)
mondo (ουσ αρσ )
mondo (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---