mischiàre
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [misˈkjare]
1 σμίγω
2 μειγνύω
3 εμπλέκω
4 συμμειγνύω
5 ανακατώνω φύρδην μίγδην
6 συνδυάζω
7 συμφύρω
8 ανακατώνω
9 αναδεύω
10 ανακατεύω
11 ανακινώ
12 αναταράζω
13 αναστατώνω
14 αναμειγνύω
mischiarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [misˈkjarsi]
1 μπερδεύομαι
2 παρεμβαίνω
3 επεμβαίνω
4 ανακατεύομαι
5 ανακατώνομαι
ρήμα μεταβατικό
Προσφορά I.P.A.: [misˈkjare]
1 σμίγω
2 μειγνύω
3 εμπλέκω
4 συμμειγνύω
5 ανακατώνω φύρδην μίγδην
6 συνδυάζω
7 συμφύρω
8 ανακατώνω
9 αναδεύω
10 ανακατεύω
11 ανακινώ
12 αναταράζω
13 αναστατώνω
14 αναμειγνύω
mischiarsi
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)
Προσφορά I.P.A.: [misˈkjarsi]
1 μπερδεύομαι
2 παρεμβαίνω
3 επεμβαίνω
4 ανακατεύομαι
5 ανακατώνομαι
permalink
mischiare (ρ. μτβ.)
mischiarsi (ρ.μ. (αντων.))
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android