Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinvetriàta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [invetriˈata] 1 τζαμαρία 2 τζαμόπορτα 3 γυάλινο παράθυρο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |