ItalianoGreco


ingabbiàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [ingabˈbjare]

1 πακετάρω σε κιβώτιο
2 εγκλωβίζω
3 κρατώ σε κλουβί
4 εγκλείω σε περιορισμένο χώρο
5 κλείνω σε κοτέτσι
6 εγκλείω
7 περιορίζω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---