Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόinfervoràre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [infervoˈrare] προκαλώ ενθουσιασμό infervorarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [infervoˈrarsi] 1 συναρπάζομαι 2 εξάπτομαι 3 ενθουσιώ 4 ενθουσιάζομαι 5 οιστρηλατούμαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |