Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόimpoveriménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [impoveriˈmento] 1 ένδεια 2 αποδυνάμωση 3 φτώχεμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |