Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόestasiàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [estaˈzjato] 1 ενθουσιασμένος 2 καταγοητευμένος 3 εκστασιασμένος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |