Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdiversificàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [diversifiˈkare] 1 διαποικίλλω 2 μεταβάλλω 3 τροποποιώ 4 διαφοροποιώ 5 ποικίλλω diversificarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [diversifiˈkarsi] 1 μεταβάλλομαι 2 διαφοροποιούμαι 3 διαφέρω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |